Το πρωί της Κυριακής μεγάλος αριθμός Αδελιανών και Μερωνιανών βρέθηκε στη Ιερά Μονή Αρκαδίου και παρακολούθησαν το Αρχιερατικό συλλείτουργο ιερουργούντων των Σεβασμιοτάτων Μητροπολιτών Κορωνείας κκ Παντελεήμονα , Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίου ,Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κκ Ευγένιου.
Στη συνέχεια άνοιξε τις πύλες της η νέα Πινακοθήκη της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, η οποία οργανώθηκε με μέριμνα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου και με την βοήθεια του Δήμου Ρεθύμνης , όπου περιλαμβάνει πίνακες με θέματα από τα γεγονότα του ολοκαυτώματος και προσωπογραφίες προσωπικοτήτων που σχετίζονται με το ιστορικό γεγονός.
Οι Αδελιανοί , Μερωνιανοί αλλά και όλοι οι εκκλησιαζόμενοι επισκέφτηκαν την Πινακοθήκη και θαύμασαν την συλλογή έργων τέχνης.
Στη συνέχεια σε ένα θαυμάσιο χώρο , τους παλιούς σταύλους της Μονής , έγινε η τελετή αδελφοποίησης , με ιδιαίτερο νόημα , αφού τις δύο περιοχές Αδελε και Μέρωνα τους συνδέουν ισχυρότατοι δεσμοί.
Πρώτα, ο «ΑΓΙΟΣ και ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΝΤΕΛΗΜOΝΑΣ», προστάτης και των δυο περιοχών, Άδελε και Μέρωνα και από την άλλη η ιστορική σύνδεση των δύο περιοχών λόγω της καταγωγής της μητέρας του Πυρπολητή της Ιεράς Μονής Αρκαδίου Κωστή Γιαμπουδάκη, Δέσποινας Λιουδάκη, από το Μέρωνα.
Την τελετή τίμησαν με την παρουσία τους από πλευράς Εκκλησίας ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Κορωνείας κκ Παντελεήμονας ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίος και ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κκ Ευγένιος.
Από πλευράς της Πολιτείας η Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου , Οι Δήμαρχοι Ρεθύμνου κ. Γιώργης Μαρινάκης και Αμαρίου κ. Παντελής Μουρτζανός , εκπρόσωποι στρατιωτικών και άλλων φορέων.
Η τελετή ξεκίνησε με το Καλωσόρισμα του Συντονιστή Κονταξάκη Γιάννη , ακολούθησε η ομιλία του Προέδρου του Πολιτιστικού Συλλόγου Αδελε –Αγίας παρασκευής κ. Στέλιου Χαρκιανάκη, για τη σημασία της αδελφοποίησης.
Ακολούθησε η ομιλία του Προέδρου του Πολιτιστικού συλλόγου Μέρωνα Κ. Αλέξανδρου Σημαντήρη.
Στη συνέχεια έγινε η ανάγνωση του πρωτοκόλλου αδελφοποίησης
Υπέγραψαν το Πρωτόκολλο και χαιρέτισαν την εκδήλωση οι: Μητροπολίτης Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίος , Σεβασμιότατος Μητροπολίτης και Αυλοποτάμου κκ Ευγένιος, Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου και οι Δήμαρχοι Ρεθύμνης και Αμαρίου.
Εντυπωσίασε επίσης η ομιλία του κ. Παρασκευά Συριανόγλου με σημαντικά ιστορικά στοιχεία για την περίοδο του Ολοκαυτώματος
Στη συνέχεια ακούστηκαν Ριζίτικα τραγούδια από ομάδα του Πολιτιστικού Συλλόγου Μέρωνα, τραγούδια για το Αρκάδι , από τη χορωδία του Πολιτιστικού Συλλόγου Αδελε Αγίας Παρασκευής.
Η εκδήλωση έκλεισε με δεξίωση που ήταν χορηγία του Δήμου Ρεθύμνης
Από τους Πολιτιστικούς Συλλόγους Αδελε και Μέρωνα
Ρίγη συγκίνησης! Καίγεται το χαρτί , όταν η πένα πάνω του αγγίζει για να ιστορίσει όσα γενήκανε μέσα σε τούτη τη Μονή.
Ξεπέρασε τη δόξα του Μεσολογγιού και των Ψαρρών, τυλίχτηκε μες΄τις φωτιές τ’ Αρκάδι. Στον Άδη αναστηθήκανε της Κρήτης οι νεκροί γιατί ΄δανε της Λευτεριάς σημάδι.
Εδώ τούτα τα χώματα που έχουν αγιαστεί δεν πρέπει φίλοι μου να τα βατιοπατούμε. Οι πέτρες κι όλα τα΄άψυχα έχουν λαλιά και σιγοτραγουδούνε.
Στέκεται ο νούς ευλαβικά, νοσταλγικά και η ψυχή ολόρθη κι αφουκράζεται.
Κυρίες και Κύριοι.
Ύστερα από τις μεγάλες υποσχέσεις της Υψηλής Πύλης για ισότητα και ανεξιθρησκεία, μάταια οι ραγιάδες καρτερούν.
Η περιβόητη εκείνη συνθήκη του Χατι Χουμαγιούν που υπογράφηκε το 1856 και έδινε πολλές ελπίδες, απόμεινε μόνο στα χαρτιά.
Μια δεκαετία είχε περάσει από εκείνη την υπογραφή κι οι Κρητικοί αντέδρασαν με νέα επανάσταση, αφού έβλεπαν να περνούν τα χρόνια και τη σκλαβιά τους να γίνεται ακόμα πιο πικρή.
Το 1866 ξύπνησε και πάλι ο Τάλως , πήραν ξανά φωτιά τα κρητικά ντουφέκια γιατί όπως ζύγιαζαν και πίστευαν μόνο μ΄αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να βρουν το δίκιο τους.
Κι ήταν εκείνο το ξεκίνημα ελπιδοφόρο όσο ποτέ, αφού καθημερινά η νίκη στεφάνωνε την κρητική αρματωσιά.
Όμως σημάδια μαύρα φανήκανε στο πέλαγος το κρητικό. Αμέτρητα καράβια με μπαϊράκια τούρκικα, έρχονται φορτωμένα μ΄ Αγαρηνούς με στόχο να πνίξουν στο αίμα την ελπίδα.
Αρχές του Σεπτέμβρη ήτανε κείνου του χρόνου του ξεχωριστού. Κανείς δεν ξέρει αν θ΄ αντέξουνε αυτοί που έδεσαν τον όρκο με το χώμα.
Ο Πασάς του Ρεθύμνου στέλνει μήνυμα στον Ηγούμενο τ΄Αρκαδιού.
«Διώξτε την επαναστατική επιτροπή από το Μοναστήρι σου, αλλιώτικα θα το ξεθεμελιώσω» Η απάντηση του Γαβριήλ ήταν λακωνική, ίδια με εκείνη του Λεωνίδα, ίδια με του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου.
Ο σύμβουλος του Γούμενου Χατζή Νεόφυτος είχε αντίθετη γνώμη μα σαν τον άκουσε να μιλεί τ΄ αποκρίθηκε: «Βάσταξέ το Γούμενε, κι όπου αποθάνεις εσύ θα ποθάνω κι εγώ.»
Η απειλή του πασά δεν πραγματοποιήθηκε έμελλε όμως από άλλον να πάρει σάρκα και οστά. Τα στρατεύματα του Σουλτάνου που ήδη έχουν αποβιβαστεί στην Κρήτη, παρασέρνουν στην επέλασή τους κάθε αντίσταση. Επικεφαλής είναι ο Μουσταφά Πασάς, έμπειρος στους πολέμους και γνώστης των Κρητικών όσο κανείς άλλος. Ερήμωσε τις περιοχές της Κυδωνίας και του Αποκόρωνα. Εξασφάλισε τα νώτα του και μπήκε στο Νομό Ρεθύμνου, έχοντας κύριο στόχο του την Ιερά Μονή Αρκαδίου, το κυριότερο επαναστατικό κέντρο.
Από την Επισκοπή Ρεθύμνου στέλνει επιστολές προς τον Ηγούμενο τ΄Αρκαδιού και στους επαναστάτες του Αμαρίου και ζητά υποταγή. Την απάντηση σε τούτες τις επιστολές την διέσωσε και η λαϊκή μούσα με τον στίχο: «Αν θέλεις άρματα πασά ας έρθεις να τα πάρεις»
Στο ιστορικό μοναστήρι γίνεται σύσκεψη των μελών της επιτροπής. Η πλειοψηφία συμφωνεί με την πρόταση του προέδρου της, Ηγούμενου Γαβριήλ, η οποία είναι ξεκάθαρη «Δεν θα εγκαταλείψουμε τη Μονή, θα πολεμήσουμε αμυνόμενοι».
Οι μεγάλες ποσότητες πολεμοφοδίων , τροφίμων και νερού αλλά και τα ισχυρά επαναστατικά σώματα που βρίσκονταν έξω από το Μοναστήρι τον γέμιζαν αισιοδοξία.
Αντίθετη γνώμη είχε ο αντισυνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος εθελοντής και αρχηγός του επαναστατικού τμήματος Ρεθύμνης. Υποστηρίζει ότι η αντίσταση σ΄ αυτό το χώρο είναι καταδικασμένη. Δηλώνει ξεκάθαρα ότι προτιμά να αποχωρήσει και να πολεμήσει τους Τούρκους εκτός Μονής παρά να παραμείνει εγκλωβισμένος σ΄ αυτήν. Την ίδια γνώμη έχει και ο παπά Μαρουλιανός και καμιά δεκαριά παλληκάρια.
Πριν αποχωρήσει ο Κορωναίος , όρισε φρούραρχο τον ανθυπολοχαγό Ιωάννη Δημακόπουλο. Πρότεινε ακόμη να γκρεμιστούν οι στάβλοι που βρίσκονται απέναντι από την κεντρική πύλη της Μονής, καθώς και ο ανεμόμυλος , για να μη χρησιμοποιηθούν από τους Τούρκους. Τους πρότεινε να τοποθετήσουν όλες τις μέλισσοκυψέλες της Μονής γύρω απ΄αυτήν.
Μέσα στο μοναστήρι απομείνανε με τη θέληση τους 900 ψυχές. Από αυτούς 250 ήταν οπλοφόροι κι ανάμεσά τους 40 ρασοφόροι.
Ο Μουσταφά Πασάς που βρίσκεται στο Ρέθυμνο με σωστή στρατηγική χωρίζει τον πολυάριθμο στρατό του σε τρείς φάλαγγες. Η πρώτη ακολουθεί τη διαδρομή Πλατανές –Επισκοπή –Σκουλούφια και καταλήγει στο ύψωμα «Κεφάλα». Η δεύτερη ακολουθεί τη διαδρομή , Χαμαλεύρι – Κόκκινο Μετόχι Πίκρι – ύψωμα Κορέ. Η Τρίτη με επικεφαλής τον ίδιο τον Μουσταφά ακολουθεί τη διαδρομή Πλατανές –Μέση . Ο κύριος όγκος αυτής της φάλαγγας φτάνει στο Καβούσι κι ο Μουσταφάς με ένα τμήμα παραμένει στη Μέση από όπου δίνει εντολές και παρακολουθεί την αρχή των εξελίξεων . Το χάραμα της 8ης Νοεμβρίου , δώδεκα τάγματα έχουν ζωσμένο το Αρκάδι τα οποία συνθέτουν περίπου 15.000 στρατιώτες.
Οι Τούρκοι ζητούν και πάλι τη παράδοση του Μοναστηριού. Την απάντηση τη δίνει και πάλι ο Γαβριήλ. «Μόνο νεκροί θα παραδοθούμε». Του 40χρονου Γούμενου η καρδιά ήταν πάντα φουσκωμένη από τον αέρα του μεγάλου ιδανικού, που δεν ήταν άλλο από τη λευτεριά της Κρήτης. Μετά την ηρωική και ιστορική απάντησή του, ο Τούρκος αρχηγός διέταξε γενική επίθεση. Βουή αντάρα και χαλασμός από όλες τις κατευθύνσεις. Τώρα σημαίνει η κρίσιμη στιγμή. Η ώρα είναι σεισμική στης ιστορίας το σταυροδρόμι. Έξω από το Μοναστήρι ο χάρος γίνεται θεριστής.
Οι Τούρκοι προσπαθούν να καταλάβουν τα κτίρια που είχε προτείνει ο Πάνος Κορωναίος να κατεδαφιστούν. Μια φούχτα ήρωες με ξεχωριστούς τους μοναχούς Ακάκιο Λαγκουβάρδο και Ιερόθεο Δαλαμπέλα μέσα από τον ανεμόμυλο προκαλούν μεγάλη φθορά στον εχθρό.
Η κεντρική πύλη δέχεται βροχή τα βόλια του πυροβολικού, όμως καλά αντέχει. Οι υπερασπιστές της Μονής μάχονται με ενθουσιασμό και πάθος, μα τη βοήθεια που περιμένουν ακόμα δεν την είδαν να φαίνεται. Μονάχα ένας μικρός αριθμός μάχονται έξω από τη Μοναστήρι για να κρατήσουν το δραγατοκάλυβο, όμως υποχωρούν στη σφοδρή επίθεση των Τούρκων.
Τελείωσε η πρώτη μέρα κι όλοι τους νοιώθουνε νικητές. Οι γυναίκες όχι μόνο δεν φοβήθηκαν από την αντάρα της μάχης και τους αλαλαγμούς, αλλά αγωνίστηκαν σαν άνδρες. Η Δασκαλοχαρίκλεια από την πρώτη κιόλας στιγμή κέρδισε τον τίτλο της ηρωίδας. Μάνα τριών οπλαρχηγών γίνεται κοντάρι της σημαίας. Και στις συσκέψεις ακόμα περνά ο λόγος της. Όλων το ηθικό είναι ακμαίο. Όμως κανείς δεν έχει εκτιμήσει το πλήγμα που δέχτηκαν τούτη την πρώτη μέρα. Δυστυχώς οι Τούρκοι καταλάβανε τον Ανεμόμυλο και τους στάβλους.
Η πρώτη αυτοθυσία καταγράφηκε στο μικρό κτίριο του Ανεμόμυλου. Εκεί θυσιάστηκαν οι πρώτοι ρασοφόροι, ακροβάτες του θανάτου. Μονάχα ένας τους ξέφυγε, τους άλλους τους κάψανε ζωντανούς. Εφτά μονάχα άτρωτα παλληκάρια έστρωσαν τη γη με κορμιά. Προκάλεσαν τόσες φθορές στους Τούρκους που για μια στιγμή ο Μουσταφάς δείλιασε , μα το θεώρησε ντροπή να κάνει πίσω. Χαλάλι κάμανε τη ζωή τους οι καλόγεροι τούτης της βίγλας που στάθηκαν πιστοί στρατιώτες του Χριστού και της πατρίδας.
Οι εθνομάρτυρες και ιερομάρτυρες μας από την πρώτη κιόλας μέρα στείλανε το μήνυμα σ΄εχθρούς και φίλους. « Όλη η Ελλάδα είναι ζωντανή , όλη η Κρήτη είναι αθάνατη. Ο ουρανός μας ποτέ δε θ΄ αλλάξει χρώμα κι ο Ψηλορείτης δε χαμηλώνει» Θυσιάστηκαν οι μάρτυρές μας στον Ανεμόμυλο μα στέκονται ακόμα αμέτρητα κορμιά από ατσάλι, άτρωτες, ψυχές ποιους να πρωτοσκοτώσουν.
Η σιγή της πρώτης νύχτας είναι φρικτή. Όλοι αγρυπνούν και προσεύχονται. Θάβουν τους οκτώ νεκρούς που πέσανε πάνω στις πολεμίστρες κι ούτε μια φωνή δεν ακούστηκε από τις γυναίκες γιατί έτσι έπρεπε. Ο Ηγούμενος κι ο φρούραρχος εμψυχώνουν με γενναία λόγια τους πολεμιστές. Κάνουν σύσκεψη και αποφασίζουν να στείλουν εθελοντές αγγελιοφόρους στον Πάνο Κορωναίο και στους οπλαρχηγούς του Μυλοποτάμου. Δύο ήταν οι αδίστακτοι που είχαν λαγού περπατησιά κι αητού γρηγοροσύνη. Αυτοί θα τολμούσαν να περάσουν μέσα από το σφιχτό κλοιό των Τούρκων. Ο Παπά Κρανιώτης και ο Αδάμ Παπαδάκης έπρεπε να κάνουν τα αδύνατα δυνατά και τα κατάφεραν. Αντάμωσαν στο Κλεισίδι τον Πάνο Κορωναίο και κουβέντιασαν. Ο Παπαδάκης γύρισε στο Αρκάδι κι έφερε πικρό μαντάτο. Ο Παπά Κρανιώτης από το Κλεισίδι πήγε στο Μυλοπόταμο και πριν χαράξει η μέρα γύρισε εκεί που τον καλούσε το καθήκον. Κρίμα όμως γιατί έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους κι από θαύμα γλίτωσε για να πέσει μαχόμενος ύστερα από λίγο καιρό.
Έφτανε η μαρτυρία του ενός αγγελιοφόρου για να μάθουν οι πολιορκημένοι γιατί δεν είχε φτάσει βοήθεια από τις γύρω περιοχές. Ο καιρός ήτανε ο μεγάλος σύμμαχος του εχθρού. Στο Αμάρι και στο Μυλοπόταμο , χείμαρροι και ποτάμια είχαν γίνει όλοι δρόμοι από τους καταρράκτες του ουρανού που δεν έλεγαν να σταματήσουν και το χειρότερο ήταν ότι με τούτη την απίστευτη βροχή όλοι οι επαναστάτες ήταν στο πόδι , αλλά με δεμένα χέρια, γιατί τα ντουφέκια τους δεν έπαιρναν φωτιά. Μόνο στο Αρκάδι δεν έβρεχε.
Οι πολιορκημένοι πήραν τη μεγάλη απόφαση. Έχουν κοινωνήσει όλοι των αχράντων μυστηρίων και καρτερούν ατάραχοι να ξημερώσει. Η αυγή της 9ης Νοεμβρίου βρίσκει τους ήρωες σε δυσχερή θέση. Ο Μουσταφά Πασάς μετέφερε τη νύχτα από το Ρέθυμνο μεγάλο φρουριακό κανόνι, τη λεγόμενη «Μπουρμπάδα» και το έστησαν απέναντι στη δυτική πύλη.
Νέα σύσκεψη μέσα στο Μοναστήρι και νέες τολμηρές αποφάσεις. «Αν οι Τούρκοι περάσουν μέσα στη αυλή, να μπει φωτιά στο μπαρούτι». Σαν στέκουν όρθιες οι ψυχές δεν τις τρομάζουν οι μπόρες.
Τούτη την ώρα φανερώνεται εδώ όσο ποτέ άλλοτε και πουθενά αλλού, το πνεύμα της ευψυχίας και της αυτοθυσίας του Κρητικού.
Πριν ακόμα ανατείλει ο ήλιος, αρχίζει ο εχθρός νέες επιθέσεις. Λυσσασμένοι λύκοι και ύαινες έξω από την πόρτα. Μέσα ο Γούμενος εμψυχώνει και πολεμά ακάλυπτος. Λες και σφαίρες δεν θέλουν να τον αγγίξουν την ώρα που ορμά με τον Ντελή Δράκο και τον Κούβο για να αναχαιτίσουν τους Αλβανούς και τους Αιγύπτιους του Σελήμ Πασά.
Απ΄ τα μακρινά υψώματα παρακολουθούν αποσβολωμένοι οι επαναστάτες απ΄τ΄ Αμάρι και το Μυλοπόταμο. Τα όπλα τους είναι άχρηστα από την υγρασία. Την ώρα που το μεγάλο κανόνι ρίχνει τις πρώτες μπάλες, οι σάλπιγγες ετοιμάζονται να σημάνουν γενική έφοδο.
Έπεσε η Πύλη τα΄Αρκαδιού, την έριξ΄ η Μπουρμπάδα
Με σατανικούς αλαλαγμούς όρμησαν οι βάνδαλοι. Άπιστοι πατούνε τ΄ άγιο χώμα, το λεύτερο. Τώρα σταμάτησαν οι πολλές οι ντουφεκιές γιατί είναι η ώρα του σπαθιού και του μαχαιριού. Ο αγώνας γίνεται σώμα με σώμα. Δεν προλαβαίνει ο χάρος να μαζώνει ψυχές. Όμως οι καταραμένες δεν έχουν τελειωμό.
Πάνω σ΄ εκείνη την απίστευτη αντάρα και το χαλασμό, κρότος βαρύς και τρομερός ακούστηκε. Σεισμός ταρακούνησε ολόκληρη τη γη, λες και ήθελε να την καταπιεί.
Όλοι περιμένανε. Ο Γούμενος το ΄χε δοσμένο το σύνθημα στον άνδρα. Τον γνώριζε καλά, όσο καλά τον γνώριζαν κι οι Τούρκοι, μόνο που τούτοι τον είχαν επικηρυγμένο γιατί ήτανε κι αυτός από εκείνους που λαχταρούσαν κι ονειρεύονταν τη λευτεριά της Κρήτης. Τον κυνηγούσαν μα ο αετός με ξόβεργα δεν πιάνεται. Μ΄ ένα φτερούγισμά του βρίσκονταν από το Αδελε στα λημέρια του Παχλά κι ύστερα στο χωριό της μάνας του στο Μέρωνα . Από εκεί άπλωσε τα φτερά του κι έφτασε στ΄Αρκάδι , εδώ που τον καλούσε η φωνή της πατρίδας και της πίστης.
Με μια μόνο κίνησή του πέταξαν μαζί του δεκάδες συμπολεμιστές για την αθανασία και γκρέμισε στα τάρταρα του Άδη όσους πιστέψανε ότι η Ρωμιοσύνη σβήνει. Κι ύστερα …. Μα για τον πυρπολητή τ΄ Αρκαδιού Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη δεν υπάρχει ύστερα γιατί μ΄ όλους τους ήρωες του Μοναστηριού ανέβηκε στον έβδομο ουρανό.
Έκανε σωστή επιλογή ο Γαβριήλ αφού γνώριζε πως ο Γιαμπουδοκωστής ήτανε σπόρος αετού και λιονταρίνας γέννα. Αυτός επιλέχτηκε ανάμεσα απ΄όλους τους ήρωες τ΄ Αρκαδιού για να φωνάξει δυνατά και ν΄ ακουστεί στα πέρατα της γής, πως εκείνη την ιερή και τρομερή στιγμή, οι ψυχές όλων με της καρδιάς τη θέληση υψώθηκαν προς την αθανασία.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ στην επιστολή του προς τον Ζυμβρακάκη μεταξύ άλλων θα γράψει: «Η ηρωική μονή αντιστάθηκε σαν κάστρο κι έπεσε σαν ηφαίστειο»
Τα κλειδιά τ΄ Αρκαδιού ακόμα τα κρατά ο χαμογελαστός Γούμενος. Αυτόν κι όλους τους ήρωες τους αγκάλιασαν οι φλόγες και τους ανύψωσαν σε φωτεινό μετέωρο κι έγιναν γαλαξίας.
Κάθε πράξη του Αρκαδικού δράματος, κάθε μάρτυρας αυτής της πρωτόγνωρης αυτοθυσίας, έγινε άστρο μέσα σ΄ αυτόν το γαλαξία και στέλνει φώς κι αστραπές αθάνατης δόξας.
Όσοι απομείνανε ζωντανοί από τη μανία τούτου του εγκέλαδου, μέσα από τα κελιά σαν Κρητικοί ακόμα πολεμούνε. Τους λένε να παραδοθούν, τους τάζουνε πως θα τους αφήσουν λεύτερους κι εκείνοι μέσα στο μεθύσι της φωτιάς και του μπαρουτιού ξεχάσανε ότι ποτέ τους δεν κρατήσανε οι Τούρκοι συμφωνία.
Τα παραδώσανε τα όπλα , όμως δεν τους αφήσανε να ζήσουν. Σαν αρνιά τους σφάξανε μές΄ την τραπεζαρία κι αναμμένο κερί σίμωσαν στις μύτες των παλληκαριών μη λάχει και τους ξεφύγει κανείς ετοιμοθάνατος.
Ο Σελήμ Μπέης δεν μπήκε στην αυλή του Μοναστηριού. Δεν ήθελε να λερώσει τις μπότες του μέσα στη λίμνη των αιμάτων.
Εκατόν δεκατέσσερις ήρωες πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Σίγουρα ζήλευαν τους σκοτωμένους. Χώρισαν τις γυναίκες από τους άνδρες. Μόνο τη Δασκαλοχαρίκλεια σεβάστηκαν. Τους μετέφεραν στο Ρέθυμνο με ενδιάμεσο σταθμό τη Μέση. Εκεί κάποις προσπάθησε να δραπετεύσει. Στάθηκε άτυχος που τον πιάσανε και βαριόμοιρος γιατί τον αναγνώρισαν. Ήταν ο οπλαρχηγός καπετάν Κούβος. Τον κατακρεούργησαν.
Σαν φτάσανε στο Ρέθυμνο, ύστερα από δύο μέρες άφησαν τις γυναίκες ελεύθερες. Οι άνδρες κρατήθηκαν περίπου τρεις μήνες.
Η Ιερά Μονή Αρκαδίου στέκει και θα στέκει άσβηστος φάρος εσαεί. Έχει γίνει σκηνή και μνήμη ιερού μαρτυρίου που θα εκπέμπει όχι θρήνους αλλά λιβανωτούς. Υπήρξε η ιερή κιβωτός στην οποία διασώθηκε από την πλημύρα των αλλόφυλων το αίσθημα της εθνότητας.
Τον Ηγούμενο Γαβριήλ , τον Πυρπολητή Κων/νο Γιαμπουδάκη και τους γύρω από αυτούς ήρωες δεν τους διαγούμισε ο χάρος, οι ίδιοι περιφρόνησαν το θάνατο, δεν άφησαν να τους επιβληθεί γιατί μόνοι τους τον επέλεξαν. Έκαμαν το Αρκάδι κοσμοξάκουστο αφού το μεγαλείο και η αποθέωσή του ξεπέρασαν τα σύνορα της Κρήτης κι απλώθηκαν σ΄ όπου γης πολιτισμένους. Το ανύψωσαν σε παγκόσμιο σύμβολο ηθικής αντίστασης κατά της υλικής βίας.
Κυρίες και κύριοι
Είμαστε ευτυχείς και περήφανοι που βρεθήκαμε κληρονόμοι ανεκτίμητων ιστορικών και ηθικών κεφαλαίων. Η λήθη δεν θα καλύψει ποτέ την Μονή ούτε των υπερασπιστών τα προσφιλή ονόματα.
Φωνή βγαίνει από τ΄ αγιασμένα σπλάχνα τούτης της γης που πατούμε. Την ακούμε αυτή τη φωνή να παραγγέλνει επιτακτικά. Να σταματήσουμε ν’ ακούμε εκείνους που σπέρνουνε φθοροποιά κι ολέθρια στοιχεία. Σ’ εκείνους που ηθελημένα και κατά παραγγελία παραποιούν την ιστορία μας έχουμε να πούμε ότι, είναι κύμβαλα αλαλάζοντα , μορφώνονται για να συμμορφώνονται και ακούουν για να υπακούουν.
Έχουν την ψευδαίσθηση αναστήματος που δεν έχουν και νοήματος που δεν περιέχουν.
Ότι βρήκαμε από τους προγόνους μας δεν είναι έρμα, δεν είναι σαβούρα από την οποία πρέπει να απαλλαγούμε. Μας χαρακτηρίζουν και μας κάνουν να καμαρώνουμε.
Αιωνία η μνήμη των ηρώων μας.
Ομιλία του Στέλιου Χαρκιανάκη Προέδου Πολιτιστικού συλλόγου Αδελε-Αγίας Παρασκευής
Στη συνέχεια άνοιξε τις πύλες της η νέα Πινακοθήκη της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, η οποία οργανώθηκε με μέριμνα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου και με την βοήθεια του Δήμου Ρεθύμνης , όπου περιλαμβάνει πίνακες με θέματα από τα γεγονότα του ολοκαυτώματος και προσωπογραφίες προσωπικοτήτων που σχετίζονται με το ιστορικό γεγονός.
Οι Αδελιανοί , Μερωνιανοί αλλά και όλοι οι εκκλησιαζόμενοι επισκέφτηκαν την Πινακοθήκη και θαύμασαν την συλλογή έργων τέχνης.
Στη συνέχεια σε ένα θαυμάσιο χώρο , τους παλιούς σταύλους της Μονής , έγινε η τελετή αδελφοποίησης , με ιδιαίτερο νόημα , αφού τις δύο περιοχές Αδελε και Μέρωνα τους συνδέουν ισχυρότατοι δεσμοί.
Πρώτα, ο «ΑΓΙΟΣ και ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΝΤΕΛΗΜOΝΑΣ», προστάτης και των δυο περιοχών, Άδελε και Μέρωνα και από την άλλη η ιστορική σύνδεση των δύο περιοχών λόγω της καταγωγής της μητέρας του Πυρπολητή της Ιεράς Μονής Αρκαδίου Κωστή Γιαμπουδάκη, Δέσποινας Λιουδάκη, από το Μέρωνα.
Την τελετή τίμησαν με την παρουσία τους από πλευράς Εκκλησίας ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Κορωνείας κκ Παντελεήμονας ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίος και ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κκ Ευγένιος.
Από πλευράς της Πολιτείας η Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου , Οι Δήμαρχοι Ρεθύμνου κ. Γιώργης Μαρινάκης και Αμαρίου κ. Παντελής Μουρτζανός , εκπρόσωποι στρατιωτικών και άλλων φορέων.
Η τελετή ξεκίνησε με το Καλωσόρισμα του Συντονιστή Κονταξάκη Γιάννη , ακολούθησε η ομιλία του Προέδρου του Πολιτιστικού Συλλόγου Αδελε –Αγίας παρασκευής κ. Στέλιου Χαρκιανάκη, για τη σημασία της αδελφοποίησης.
Ακολούθησε η ομιλία του Προέδρου του Πολιτιστικού συλλόγου Μέρωνα Κ. Αλέξανδρου Σημαντήρη.
Στη συνέχεια έγινε η ανάγνωση του πρωτοκόλλου αδελφοποίησης
Υπέγραψαν το Πρωτόκολλο και χαιρέτισαν την εκδήλωση οι: Μητροπολίτης Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίος , Σεβασμιότατος Μητροπολίτης και Αυλοποτάμου κκ Ευγένιος, Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου και οι Δήμαρχοι Ρεθύμνης και Αμαρίου.
Εντυπωσίασε επίσης η ομιλία του κ. Παρασκευά Συριανόγλου με σημαντικά ιστορικά στοιχεία για την περίοδο του Ολοκαυτώματος
Στη συνέχεια ακούστηκαν Ριζίτικα τραγούδια από ομάδα του Πολιτιστικού Συλλόγου Μέρωνα, τραγούδια για το Αρκάδι , από τη χορωδία του Πολιτιστικού Συλλόγου Αδελε Αγίας Παρασκευής.
Η εκδήλωση έκλεισε με δεξίωση που ήταν χορηγία του Δήμου Ρεθύμνης
Από τους Πολιτιστικούς Συλλόγους Αδελε και Μέρωνα
Ομιλία Παρασκευά
Συριανόγλου Αρκάδι 30-10-2016
Ρίγη συγκίνησης! Καίγεται το χαρτί , όταν η πένα πάνω του αγγίζει για να ιστορίσει όσα γενήκανε μέσα σε τούτη τη Μονή.
Ξεπέρασε τη δόξα του Μεσολογγιού και των Ψαρρών, τυλίχτηκε μες΄τις φωτιές τ’ Αρκάδι. Στον Άδη αναστηθήκανε της Κρήτης οι νεκροί γιατί ΄δανε της Λευτεριάς σημάδι.
Εδώ τούτα τα χώματα που έχουν αγιαστεί δεν πρέπει φίλοι μου να τα βατιοπατούμε. Οι πέτρες κι όλα τα΄άψυχα έχουν λαλιά και σιγοτραγουδούνε.
Στέκεται ο νούς ευλαβικά, νοσταλγικά και η ψυχή ολόρθη κι αφουκράζεται.
Κυρίες και Κύριοι.
Ύστερα από τις μεγάλες υποσχέσεις της Υψηλής Πύλης για ισότητα και ανεξιθρησκεία, μάταια οι ραγιάδες καρτερούν.
Η περιβόητη εκείνη συνθήκη του Χατι Χουμαγιούν που υπογράφηκε το 1856 και έδινε πολλές ελπίδες, απόμεινε μόνο στα χαρτιά.
Μια δεκαετία είχε περάσει από εκείνη την υπογραφή κι οι Κρητικοί αντέδρασαν με νέα επανάσταση, αφού έβλεπαν να περνούν τα χρόνια και τη σκλαβιά τους να γίνεται ακόμα πιο πικρή.
Το 1866 ξύπνησε και πάλι ο Τάλως , πήραν ξανά φωτιά τα κρητικά ντουφέκια γιατί όπως ζύγιαζαν και πίστευαν μόνο μ΄αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να βρουν το δίκιο τους.
Κι ήταν εκείνο το ξεκίνημα ελπιδοφόρο όσο ποτέ, αφού καθημερινά η νίκη στεφάνωνε την κρητική αρματωσιά.
Όμως σημάδια μαύρα φανήκανε στο πέλαγος το κρητικό. Αμέτρητα καράβια με μπαϊράκια τούρκικα, έρχονται φορτωμένα μ΄ Αγαρηνούς με στόχο να πνίξουν στο αίμα την ελπίδα.
Αρχές του Σεπτέμβρη ήτανε κείνου του χρόνου του ξεχωριστού. Κανείς δεν ξέρει αν θ΄ αντέξουνε αυτοί που έδεσαν τον όρκο με το χώμα.
Ο Πασάς του Ρεθύμνου στέλνει μήνυμα στον Ηγούμενο τ΄Αρκαδιού.
«Διώξτε την επαναστατική επιτροπή από το Μοναστήρι σου, αλλιώτικα θα το ξεθεμελιώσω» Η απάντηση του Γαβριήλ ήταν λακωνική, ίδια με εκείνη του Λεωνίδα, ίδια με του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου.
Ο σύμβουλος του Γούμενου Χατζή Νεόφυτος είχε αντίθετη γνώμη μα σαν τον άκουσε να μιλεί τ΄ αποκρίθηκε: «Βάσταξέ το Γούμενε, κι όπου αποθάνεις εσύ θα ποθάνω κι εγώ.»
Η απειλή του πασά δεν πραγματοποιήθηκε έμελλε όμως από άλλον να πάρει σάρκα και οστά. Τα στρατεύματα του Σουλτάνου που ήδη έχουν αποβιβαστεί στην Κρήτη, παρασέρνουν στην επέλασή τους κάθε αντίσταση. Επικεφαλής είναι ο Μουσταφά Πασάς, έμπειρος στους πολέμους και γνώστης των Κρητικών όσο κανείς άλλος. Ερήμωσε τις περιοχές της Κυδωνίας και του Αποκόρωνα. Εξασφάλισε τα νώτα του και μπήκε στο Νομό Ρεθύμνου, έχοντας κύριο στόχο του την Ιερά Μονή Αρκαδίου, το κυριότερο επαναστατικό κέντρο.
Από την Επισκοπή Ρεθύμνου στέλνει επιστολές προς τον Ηγούμενο τ΄Αρκαδιού και στους επαναστάτες του Αμαρίου και ζητά υποταγή. Την απάντηση σε τούτες τις επιστολές την διέσωσε και η λαϊκή μούσα με τον στίχο: «Αν θέλεις άρματα πασά ας έρθεις να τα πάρεις»
Στο ιστορικό μοναστήρι γίνεται σύσκεψη των μελών της επιτροπής. Η πλειοψηφία συμφωνεί με την πρόταση του προέδρου της, Ηγούμενου Γαβριήλ, η οποία είναι ξεκάθαρη «Δεν θα εγκαταλείψουμε τη Μονή, θα πολεμήσουμε αμυνόμενοι».
Οι μεγάλες ποσότητες πολεμοφοδίων , τροφίμων και νερού αλλά και τα ισχυρά επαναστατικά σώματα που βρίσκονταν έξω από το Μοναστήρι τον γέμιζαν αισιοδοξία.
Αντίθετη γνώμη είχε ο αντισυνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος εθελοντής και αρχηγός του επαναστατικού τμήματος Ρεθύμνης. Υποστηρίζει ότι η αντίσταση σ΄ αυτό το χώρο είναι καταδικασμένη. Δηλώνει ξεκάθαρα ότι προτιμά να αποχωρήσει και να πολεμήσει τους Τούρκους εκτός Μονής παρά να παραμείνει εγκλωβισμένος σ΄ αυτήν. Την ίδια γνώμη έχει και ο παπά Μαρουλιανός και καμιά δεκαριά παλληκάρια.
Πριν αποχωρήσει ο Κορωναίος , όρισε φρούραρχο τον ανθυπολοχαγό Ιωάννη Δημακόπουλο. Πρότεινε ακόμη να γκρεμιστούν οι στάβλοι που βρίσκονται απέναντι από την κεντρική πύλη της Μονής, καθώς και ο ανεμόμυλος , για να μη χρησιμοποιηθούν από τους Τούρκους. Τους πρότεινε να τοποθετήσουν όλες τις μέλισσοκυψέλες της Μονής γύρω απ΄αυτήν.
Μέσα στο μοναστήρι απομείνανε με τη θέληση τους 900 ψυχές. Από αυτούς 250 ήταν οπλοφόροι κι ανάμεσά τους 40 ρασοφόροι.
Ο Μουσταφά Πασάς που βρίσκεται στο Ρέθυμνο με σωστή στρατηγική χωρίζει τον πολυάριθμο στρατό του σε τρείς φάλαγγες. Η πρώτη ακολουθεί τη διαδρομή Πλατανές –Επισκοπή –Σκουλούφια και καταλήγει στο ύψωμα «Κεφάλα». Η δεύτερη ακολουθεί τη διαδρομή , Χαμαλεύρι – Κόκκινο Μετόχι Πίκρι – ύψωμα Κορέ. Η Τρίτη με επικεφαλής τον ίδιο τον Μουσταφά ακολουθεί τη διαδρομή Πλατανές –Μέση . Ο κύριος όγκος αυτής της φάλαγγας φτάνει στο Καβούσι κι ο Μουσταφάς με ένα τμήμα παραμένει στη Μέση από όπου δίνει εντολές και παρακολουθεί την αρχή των εξελίξεων . Το χάραμα της 8ης Νοεμβρίου , δώδεκα τάγματα έχουν ζωσμένο το Αρκάδι τα οποία συνθέτουν περίπου 15.000 στρατιώτες.
Οι Τούρκοι ζητούν και πάλι τη παράδοση του Μοναστηριού. Την απάντηση τη δίνει και πάλι ο Γαβριήλ. «Μόνο νεκροί θα παραδοθούμε». Του 40χρονου Γούμενου η καρδιά ήταν πάντα φουσκωμένη από τον αέρα του μεγάλου ιδανικού, που δεν ήταν άλλο από τη λευτεριά της Κρήτης. Μετά την ηρωική και ιστορική απάντησή του, ο Τούρκος αρχηγός διέταξε γενική επίθεση. Βουή αντάρα και χαλασμός από όλες τις κατευθύνσεις. Τώρα σημαίνει η κρίσιμη στιγμή. Η ώρα είναι σεισμική στης ιστορίας το σταυροδρόμι. Έξω από το Μοναστήρι ο χάρος γίνεται θεριστής.
Οι Τούρκοι προσπαθούν να καταλάβουν τα κτίρια που είχε προτείνει ο Πάνος Κορωναίος να κατεδαφιστούν. Μια φούχτα ήρωες με ξεχωριστούς τους μοναχούς Ακάκιο Λαγκουβάρδο και Ιερόθεο Δαλαμπέλα μέσα από τον ανεμόμυλο προκαλούν μεγάλη φθορά στον εχθρό.
Η κεντρική πύλη δέχεται βροχή τα βόλια του πυροβολικού, όμως καλά αντέχει. Οι υπερασπιστές της Μονής μάχονται με ενθουσιασμό και πάθος, μα τη βοήθεια που περιμένουν ακόμα δεν την είδαν να φαίνεται. Μονάχα ένας μικρός αριθμός μάχονται έξω από τη Μοναστήρι για να κρατήσουν το δραγατοκάλυβο, όμως υποχωρούν στη σφοδρή επίθεση των Τούρκων.
Τελείωσε η πρώτη μέρα κι όλοι τους νοιώθουνε νικητές. Οι γυναίκες όχι μόνο δεν φοβήθηκαν από την αντάρα της μάχης και τους αλαλαγμούς, αλλά αγωνίστηκαν σαν άνδρες. Η Δασκαλοχαρίκλεια από την πρώτη κιόλας στιγμή κέρδισε τον τίτλο της ηρωίδας. Μάνα τριών οπλαρχηγών γίνεται κοντάρι της σημαίας. Και στις συσκέψεις ακόμα περνά ο λόγος της. Όλων το ηθικό είναι ακμαίο. Όμως κανείς δεν έχει εκτιμήσει το πλήγμα που δέχτηκαν τούτη την πρώτη μέρα. Δυστυχώς οι Τούρκοι καταλάβανε τον Ανεμόμυλο και τους στάβλους.
Η πρώτη αυτοθυσία καταγράφηκε στο μικρό κτίριο του Ανεμόμυλου. Εκεί θυσιάστηκαν οι πρώτοι ρασοφόροι, ακροβάτες του θανάτου. Μονάχα ένας τους ξέφυγε, τους άλλους τους κάψανε ζωντανούς. Εφτά μονάχα άτρωτα παλληκάρια έστρωσαν τη γη με κορμιά. Προκάλεσαν τόσες φθορές στους Τούρκους που για μια στιγμή ο Μουσταφάς δείλιασε , μα το θεώρησε ντροπή να κάνει πίσω. Χαλάλι κάμανε τη ζωή τους οι καλόγεροι τούτης της βίγλας που στάθηκαν πιστοί στρατιώτες του Χριστού και της πατρίδας.
Οι εθνομάρτυρες και ιερομάρτυρες μας από την πρώτη κιόλας μέρα στείλανε το μήνυμα σ΄εχθρούς και φίλους. « Όλη η Ελλάδα είναι ζωντανή , όλη η Κρήτη είναι αθάνατη. Ο ουρανός μας ποτέ δε θ΄ αλλάξει χρώμα κι ο Ψηλορείτης δε χαμηλώνει» Θυσιάστηκαν οι μάρτυρές μας στον Ανεμόμυλο μα στέκονται ακόμα αμέτρητα κορμιά από ατσάλι, άτρωτες, ψυχές ποιους να πρωτοσκοτώσουν.
Η σιγή της πρώτης νύχτας είναι φρικτή. Όλοι αγρυπνούν και προσεύχονται. Θάβουν τους οκτώ νεκρούς που πέσανε πάνω στις πολεμίστρες κι ούτε μια φωνή δεν ακούστηκε από τις γυναίκες γιατί έτσι έπρεπε. Ο Ηγούμενος κι ο φρούραρχος εμψυχώνουν με γενναία λόγια τους πολεμιστές. Κάνουν σύσκεψη και αποφασίζουν να στείλουν εθελοντές αγγελιοφόρους στον Πάνο Κορωναίο και στους οπλαρχηγούς του Μυλοποτάμου. Δύο ήταν οι αδίστακτοι που είχαν λαγού περπατησιά κι αητού γρηγοροσύνη. Αυτοί θα τολμούσαν να περάσουν μέσα από το σφιχτό κλοιό των Τούρκων. Ο Παπά Κρανιώτης και ο Αδάμ Παπαδάκης έπρεπε να κάνουν τα αδύνατα δυνατά και τα κατάφεραν. Αντάμωσαν στο Κλεισίδι τον Πάνο Κορωναίο και κουβέντιασαν. Ο Παπαδάκης γύρισε στο Αρκάδι κι έφερε πικρό μαντάτο. Ο Παπά Κρανιώτης από το Κλεισίδι πήγε στο Μυλοπόταμο και πριν χαράξει η μέρα γύρισε εκεί που τον καλούσε το καθήκον. Κρίμα όμως γιατί έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους κι από θαύμα γλίτωσε για να πέσει μαχόμενος ύστερα από λίγο καιρό.
Έφτανε η μαρτυρία του ενός αγγελιοφόρου για να μάθουν οι πολιορκημένοι γιατί δεν είχε φτάσει βοήθεια από τις γύρω περιοχές. Ο καιρός ήτανε ο μεγάλος σύμμαχος του εχθρού. Στο Αμάρι και στο Μυλοπόταμο , χείμαρροι και ποτάμια είχαν γίνει όλοι δρόμοι από τους καταρράκτες του ουρανού που δεν έλεγαν να σταματήσουν και το χειρότερο ήταν ότι με τούτη την απίστευτη βροχή όλοι οι επαναστάτες ήταν στο πόδι , αλλά με δεμένα χέρια, γιατί τα ντουφέκια τους δεν έπαιρναν φωτιά. Μόνο στο Αρκάδι δεν έβρεχε.
Οι πολιορκημένοι πήραν τη μεγάλη απόφαση. Έχουν κοινωνήσει όλοι των αχράντων μυστηρίων και καρτερούν ατάραχοι να ξημερώσει. Η αυγή της 9ης Νοεμβρίου βρίσκει τους ήρωες σε δυσχερή θέση. Ο Μουσταφά Πασάς μετέφερε τη νύχτα από το Ρέθυμνο μεγάλο φρουριακό κανόνι, τη λεγόμενη «Μπουρμπάδα» και το έστησαν απέναντι στη δυτική πύλη.
Νέα σύσκεψη μέσα στο Μοναστήρι και νέες τολμηρές αποφάσεις. «Αν οι Τούρκοι περάσουν μέσα στη αυλή, να μπει φωτιά στο μπαρούτι». Σαν στέκουν όρθιες οι ψυχές δεν τις τρομάζουν οι μπόρες.
Τούτη την ώρα φανερώνεται εδώ όσο ποτέ άλλοτε και πουθενά αλλού, το πνεύμα της ευψυχίας και της αυτοθυσίας του Κρητικού.
Πριν ακόμα ανατείλει ο ήλιος, αρχίζει ο εχθρός νέες επιθέσεις. Λυσσασμένοι λύκοι και ύαινες έξω από την πόρτα. Μέσα ο Γούμενος εμψυχώνει και πολεμά ακάλυπτος. Λες και σφαίρες δεν θέλουν να τον αγγίξουν την ώρα που ορμά με τον Ντελή Δράκο και τον Κούβο για να αναχαιτίσουν τους Αλβανούς και τους Αιγύπτιους του Σελήμ Πασά.
Απ΄ τα μακρινά υψώματα παρακολουθούν αποσβολωμένοι οι επαναστάτες απ΄τ΄ Αμάρι και το Μυλοπόταμο. Τα όπλα τους είναι άχρηστα από την υγρασία. Την ώρα που το μεγάλο κανόνι ρίχνει τις πρώτες μπάλες, οι σάλπιγγες ετοιμάζονται να σημάνουν γενική έφοδο.
Έπεσε η Πύλη τα΄Αρκαδιού, την έριξ΄ η Μπουρμπάδα
Με σατανικούς αλαλαγμούς όρμησαν οι βάνδαλοι. Άπιστοι πατούνε τ΄ άγιο χώμα, το λεύτερο. Τώρα σταμάτησαν οι πολλές οι ντουφεκιές γιατί είναι η ώρα του σπαθιού και του μαχαιριού. Ο αγώνας γίνεται σώμα με σώμα. Δεν προλαβαίνει ο χάρος να μαζώνει ψυχές. Όμως οι καταραμένες δεν έχουν τελειωμό.
Πάνω σ΄ εκείνη την απίστευτη αντάρα και το χαλασμό, κρότος βαρύς και τρομερός ακούστηκε. Σεισμός ταρακούνησε ολόκληρη τη γη, λες και ήθελε να την καταπιεί.
Όλοι περιμένανε. Ο Γούμενος το ΄χε δοσμένο το σύνθημα στον άνδρα. Τον γνώριζε καλά, όσο καλά τον γνώριζαν κι οι Τούρκοι, μόνο που τούτοι τον είχαν επικηρυγμένο γιατί ήτανε κι αυτός από εκείνους που λαχταρούσαν κι ονειρεύονταν τη λευτεριά της Κρήτης. Τον κυνηγούσαν μα ο αετός με ξόβεργα δεν πιάνεται. Μ΄ ένα φτερούγισμά του βρίσκονταν από το Αδελε στα λημέρια του Παχλά κι ύστερα στο χωριό της μάνας του στο Μέρωνα . Από εκεί άπλωσε τα φτερά του κι έφτασε στ΄Αρκάδι , εδώ που τον καλούσε η φωνή της πατρίδας και της πίστης.
Με μια μόνο κίνησή του πέταξαν μαζί του δεκάδες συμπολεμιστές για την αθανασία και γκρέμισε στα τάρταρα του Άδη όσους πιστέψανε ότι η Ρωμιοσύνη σβήνει. Κι ύστερα …. Μα για τον πυρπολητή τ΄ Αρκαδιού Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη δεν υπάρχει ύστερα γιατί μ΄ όλους τους ήρωες του Μοναστηριού ανέβηκε στον έβδομο ουρανό.
Έκανε σωστή επιλογή ο Γαβριήλ αφού γνώριζε πως ο Γιαμπουδοκωστής ήτανε σπόρος αετού και λιονταρίνας γέννα. Αυτός επιλέχτηκε ανάμεσα απ΄όλους τους ήρωες τ΄ Αρκαδιού για να φωνάξει δυνατά και ν΄ ακουστεί στα πέρατα της γής, πως εκείνη την ιερή και τρομερή στιγμή, οι ψυχές όλων με της καρδιάς τη θέληση υψώθηκαν προς την αθανασία.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ στην επιστολή του προς τον Ζυμβρακάκη μεταξύ άλλων θα γράψει: «Η ηρωική μονή αντιστάθηκε σαν κάστρο κι έπεσε σαν ηφαίστειο»
Τα κλειδιά τ΄ Αρκαδιού ακόμα τα κρατά ο χαμογελαστός Γούμενος. Αυτόν κι όλους τους ήρωες τους αγκάλιασαν οι φλόγες και τους ανύψωσαν σε φωτεινό μετέωρο κι έγιναν γαλαξίας.
Κάθε πράξη του Αρκαδικού δράματος, κάθε μάρτυρας αυτής της πρωτόγνωρης αυτοθυσίας, έγινε άστρο μέσα σ΄ αυτόν το γαλαξία και στέλνει φώς κι αστραπές αθάνατης δόξας.
Όσοι απομείνανε ζωντανοί από τη μανία τούτου του εγκέλαδου, μέσα από τα κελιά σαν Κρητικοί ακόμα πολεμούνε. Τους λένε να παραδοθούν, τους τάζουνε πως θα τους αφήσουν λεύτερους κι εκείνοι μέσα στο μεθύσι της φωτιάς και του μπαρουτιού ξεχάσανε ότι ποτέ τους δεν κρατήσανε οι Τούρκοι συμφωνία.
Τα παραδώσανε τα όπλα , όμως δεν τους αφήσανε να ζήσουν. Σαν αρνιά τους σφάξανε μές΄ την τραπεζαρία κι αναμμένο κερί σίμωσαν στις μύτες των παλληκαριών μη λάχει και τους ξεφύγει κανείς ετοιμοθάνατος.
Ο Σελήμ Μπέης δεν μπήκε στην αυλή του Μοναστηριού. Δεν ήθελε να λερώσει τις μπότες του μέσα στη λίμνη των αιμάτων.
Εκατόν δεκατέσσερις ήρωες πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Σίγουρα ζήλευαν τους σκοτωμένους. Χώρισαν τις γυναίκες από τους άνδρες. Μόνο τη Δασκαλοχαρίκλεια σεβάστηκαν. Τους μετέφεραν στο Ρέθυμνο με ενδιάμεσο σταθμό τη Μέση. Εκεί κάποις προσπάθησε να δραπετεύσει. Στάθηκε άτυχος που τον πιάσανε και βαριόμοιρος γιατί τον αναγνώρισαν. Ήταν ο οπλαρχηγός καπετάν Κούβος. Τον κατακρεούργησαν.
Σαν φτάσανε στο Ρέθυμνο, ύστερα από δύο μέρες άφησαν τις γυναίκες ελεύθερες. Οι άνδρες κρατήθηκαν περίπου τρεις μήνες.
Η Ιερά Μονή Αρκαδίου στέκει και θα στέκει άσβηστος φάρος εσαεί. Έχει γίνει σκηνή και μνήμη ιερού μαρτυρίου που θα εκπέμπει όχι θρήνους αλλά λιβανωτούς. Υπήρξε η ιερή κιβωτός στην οποία διασώθηκε από την πλημύρα των αλλόφυλων το αίσθημα της εθνότητας.
Τον Ηγούμενο Γαβριήλ , τον Πυρπολητή Κων/νο Γιαμπουδάκη και τους γύρω από αυτούς ήρωες δεν τους διαγούμισε ο χάρος, οι ίδιοι περιφρόνησαν το θάνατο, δεν άφησαν να τους επιβληθεί γιατί μόνοι τους τον επέλεξαν. Έκαμαν το Αρκάδι κοσμοξάκουστο αφού το μεγαλείο και η αποθέωσή του ξεπέρασαν τα σύνορα της Κρήτης κι απλώθηκαν σ΄ όπου γης πολιτισμένους. Το ανύψωσαν σε παγκόσμιο σύμβολο ηθικής αντίστασης κατά της υλικής βίας.
Κυρίες και κύριοι
Είμαστε ευτυχείς και περήφανοι που βρεθήκαμε κληρονόμοι ανεκτίμητων ιστορικών και ηθικών κεφαλαίων. Η λήθη δεν θα καλύψει ποτέ την Μονή ούτε των υπερασπιστών τα προσφιλή ονόματα.
Φωνή βγαίνει από τ΄ αγιασμένα σπλάχνα τούτης της γης που πατούμε. Την ακούμε αυτή τη φωνή να παραγγέλνει επιτακτικά. Να σταματήσουμε ν’ ακούμε εκείνους που σπέρνουνε φθοροποιά κι ολέθρια στοιχεία. Σ’ εκείνους που ηθελημένα και κατά παραγγελία παραποιούν την ιστορία μας έχουμε να πούμε ότι, είναι κύμβαλα αλαλάζοντα , μορφώνονται για να συμμορφώνονται και ακούουν για να υπακούουν.
Έχουν την ψευδαίσθηση αναστήματος που δεν έχουν και νοήματος που δεν περιέχουν.
Ότι βρήκαμε από τους προγόνους μας δεν είναι έρμα, δεν είναι σαβούρα από την οποία πρέπει να απαλλαγούμε. Μας χαρακτηρίζουν και μας κάνουν να καμαρώνουμε.
Αιωνία η μνήμη των ηρώων μας.
Ομιλία του Στέλιου Χαρκιανάκη Προέδου Πολιτιστικού συλλόγου Αδελε-Αγίας Παρασκευής
Αρκάδι. 30 Οκτωβρίου
2016
Γυρίζει πάλι ο καιρός
Στου Αρκαδιού τα μέρη
Και τραγουδά το αγέρι
Της Λευτεριάς σκοπό.
Με δυο στοίχους από το έμμετρο που έχει γράψει, ειδικά για
την σημερινή ημέρα η κυρία Άννα
Μυριοκεφαλιτάκη, θα ήθελα να ξεκινήσω και να τελειώσω την ομιλία μου.
Σεβασμιότατοι άγιοι επίσκοποι Κορωνίας κ.κ Παντελεήμων,
Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ Ειρηναίε και Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ.κ
Ευγένιε, Σεβαστοί πατέρες, κυρία Αντιπεριφεριάρχη, αξιότιμοι κύριοι Δήμαρχοι
Ρεθύμνης και Αμαρίου, κύριοι περιφερειακοί και Δημοτικοί σύμβουλοι , κύριοι
πρόεδροι των τοπικών Διαμερισμάτων, αγαπητά μέλη του πολιτιστικού συλλόγου
Μέρωνα και κάτοικοι των δυο χωριών, εκλεκτοί προσκεκλημένοι καλώς εσμίξαμε.
Η σημερινή είναι μια μέρα ξεχωριστή για εμάς.
Η συγκίνηση και η χαρά εναλλάσσονται όπως το δέος, με το
αίσθημα της υψηλής ευθύνης για την ιερή κληρονομιά που παραλάβαμε.
Σε τούτο τον ιερό χώρο, που η ιστορία συναντά τη θρησκεία, ο
πολιτισμός επισφραγίζεται με μια ακόμη υπόσχεση αδελφοσύνης και συνεργασίας : αυτή
των δυο χωριών μας του Αδελε Ρεθύμνης
και του Μέρωνα Αμαρίου, που σήμερα επισημοποιούν τους διαχρονικούς δεσμούς
σεβασμού και αλληλεγγύης που συνδέουν τους δυο τόπους και τους ανθρώπους τους.
Η αδελφοποίηση είναι γέννημα κοινής απόφασης των δυο πολιτιστικών
συλλόγων, του Αδελε και του Μέρωνα.
Εμπνεύστηκε κυρίως από την επιθυμία των ίδιων των ανθρώπων
τους, ως αναγνώριση της κοινής τους ιστορικής και πολιτισμικής διαδρομής, που
άλλοτε τροφοδοτήθηκε από την κοινή καταγωγή τους και άλλοτε από ίδια τα ιστορικά
και θρησκευτικά γεγονότα.
Οι συγγενικοί δεσμοί του Αδελιανού ήρωα Πυρπολητή
της Ιεράς μονής Αρκαδίου, Κωστή
Γιαμπουδάκη με τον Μέρωνα Αμαρίου, λόγω της καταγωγής της μητέρας του
Δέσποινας Λιουδάκη από το συγκεκριμένο χωριό, ο Πολιούχος άγιος των δυο χωριών,
ο Αγιος Παντελεήμονας, η
αλληλοϋποστήριξη των δυο οικισμών σε δύσκολα χρόνια για την Κρήτη, αλλά και για
το Έθνος μας, είναι ίσως οι πιο ισχυροί πυλώνες αυτής της Αδελφοποίησης.
Η επιλογή της τελετής στον καθαγιασμένο χώρο της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, αλλά και η χρονική
συγκυρία που συμπίπτει με τον εορτασμό της συμπλήρωσης 150 χρόνων από την
Αρκαδική Εθελοθυσία, κάθε άλλο παρά τυχαία είναι.
Αισθανόμαστε στ αλήθεια ευλογημένοι που μας επετράπη να
εντάξουμε τούτη την κατάθεση αδελφοσύνης και αλληλεγγύης, στις εκδηλώσεις του
λαμπρού εορτασμού των Αρκαδίων.
Γι αυτό ευχαριστούμε τους Μητροπολίτες μας και τους
εκπροσώπους του κλήρου, τις τοπικές αρχές και τους φορείς που συμμετέχουν στη
διοργάνωση των φετινών εκδηλώσεων για την αμέριστη στήριξη τους.
Αποτελεί για μας τιμή, να φιλοξενείται η τελετή
αδελφοποίησης στον ιερό χώρο της Μονής
Αρκαδίου.
Στον τόπο που όλοι αισθανόμαστε δέος πατώντας τα ιερά χώματα
του.
Στο Αρκάδι που μας ενώνει, όπως πολύ σωστά επεσήμανε ο Δήμαρχος
Ρεθύμνης Γιώργης Μρινάκης.
Με την ταπεινότητα που η θρησκευτικότητα του χώρου τούτου
επιβάλλει και τη συγκίνηση που όλη τούτη η διαδικασία ενεργοποιεί, δίνουμε την
υπόσχεση ειλικρινούς φιλίας και αδελφοσύνης, μεταξύ δυο κοινωνιών, που
ενώνονται σήμερα και τυπικά, για να συνεχίσουν την κοινή πορεία τους μέσα στον
χρόνο.
Σε λίγο θα υπογράψουμε από κοινού το πρωτόκκολο αδελφοσύνης,
όρος ιερός, που θα επισφραγίσει τις σχέσεις μας.
Και σε αυτό συνυπογράφουν, τιμώντας το θεσμό, αλλά και εμάς
τους ίδιους, άξιοι εκπρόσωποι της εκκλησίας και των θεσμών αυτού του τόπου.
Τους ευχαριστούμε για αυτή την τιμή και την εμπιστοσύνη.
Θα την τιμήσουμε με προσήλωση σε όσα το ένδοξο παρελθόν μας
κληροδότησε και θα πορευτούμε στο μέλλον με πίστη σε υψηλά ιδανικά, την αξιοπρέπεια,
την αισιοδοξία και την γενναιότητα που μάθαμε από τους προγόνους μας και
διαφυλάσσουμε για τα παιδιά μας.
Η σκέψη έπιασε δουλειά
Κ υφαίνει και ξυφαίνει
Κ η Νίκη, δοξασμένη
Για πάντα μένει εδώ
Στ Αρκάδι το ιερό
!!!!
Σας ευχαριστώ.